Καταρχήν η συγκεκριμένη πρόταση δεν περιλαμβάνει παράλογες απαιτήσεις. Οι συμμετέχοντες στο μητρώο καλούνται να δηλώσουν τα αυτονόητα: Αίτηση και υπεύθυνη δήλωση με τα στοιχεία της επιχείρησης και του νόμιμου εκπροσώπου, στοιχεία εκδότη και διευθυντή της επιχείρησης, αριθμό εργαζομένων και μορφή εργασιακής σχέσης, μετοχική σύνθεση και συνδεδεμένες ιστοσελίδες με το ΑΦΜ της επιχείρησης. Τίποτε πολύπλοκο, τίποτε υποτιμητικό, τίποτε ενοχλητικό. Παρέχοντας τα συγκεκριμένα στοιχεία οι ενδιαφερόμενοι αποκτούν πρόσβαση στην κρατική διαφήμιση, δωρεάν παροχή υπηρεσίας εντοπισμού λογοκλοπής, συνεργασίες σε ερευνητικά και εκπαιδευτικά προγράμματά του και διαπίστευση δημοσιογράφων.

Η ανάλυση κόστους-οφέλους είναι προφανής. Οποιοσδήποτε δεν έχει στο μυαλό του την επιβίωση με χρήση παράνομων μέσων δεν έχει προφανή λόγο για να μην συμμετάσχει στο μητρώο. Εξ’ ου και η συντριπτική πλειοψηφία των επαγγελματιών του χώρου και των σοβαρών επιχειρήσεων (398 επιχειρήσεις), αποφάσισε να συμμετάσχει. Και καλά έκανε.

Πάμε τώρα στην πλευρά της κυβέρνησης; Τι την οδήγησε μετά από τόσα λάθη σε μια σωστή απόφαση; Έμαθε από τα λάθη της; Αν δούμε την επιμονή με την οποία τα συνεχίζει στους υπόλοιπους τομείς -με πιο χαρακτηριστική την οργουελική κρατική «πλατφόρμα διάθεσης διαφημιστικού τηλεοπτικού χρόνου», το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουμε είναι διαφορετικό και οφείλεται στις ιδιοτυπίες του χώρου του διαδικτύου.

Το διαδίκτυο έχει τεράστια ευελιξία. Μπορεί να λειτουργήσει άνετα από το εξωτερικό, δεν υπάρχει τρόπος να περιορίσεις τη διαφήμισή του, δεν υπάρχει τρόπος να εμποδίσεις την πρόσβαση του κοινού σ’ αυτό (τουλάχιστον όχι στην Ευρώπη). Συνεπώς ο χώρος δεν μπορεί να ελεγχθεί πολιτικά. Μπορείς -όπως κάθε χώρο ΜΜΕ- να τον επηρεάσεις, όχι όμως και να τον ελέγξεις. Η κυβέρνηση αναγνώρισε πιστεύουμε αυτή την πραγματικότητα. Και το αποτέλεσμα ήταν μια λογική προσέγγιση στην οποία η αγορά ανταποκρίθηκε.

Δυστυχώς στον ευρύτερο χώρο των ΜΜΕ, η συμπεριφορά της παραμένει αντιφατική. Έχει μάλλον εγκαταλείψει τις ελπίδες άμεσου ελέγχου σε ό,τι αφορά την αδειοδότηση των καναλιών, όμως επιμένει στον έμμεσο έλεγχο μέσω του ανοσιουργήματος της «πλατφόρμας», ενώ και στον Τύπο οικοδομεί συμμαχίες και λυκοφιλίες χρησιμοποιώντας τα μέσα που «όλοι γνωρίσαμε κι αγαπήσαμε» έργα, θαλασσοδάνεια και πιέσεις από κρατικές υπηρεσίες που επιλέγουν σε ποιες παρανομίες θα επικεντρωθούν και ποιες θα παραβλέψουν. 

Στο μητρώο εντούτοις η πρωτοβουλία της είναι σωστή. Το καλό να λέγεται…