Απ’ όλες τις ερωτήσεις που κάνουν τα παιδιά, εκείνες που ξεκινούν μ’ ένα «γιατί» είναι οι πιο δύσκολες.

Οι ερωτήσεις αυτές αποτελούν αιτήματα επίλυσης μιας ασυμφωνίας ή μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε αυτό που ζητείται ή βιώνεται, και του υφιστάμενου γνωστικού, συναισθηματικού ή αξιακού πλαισίου του παιδιού. Η ερώτηση «γιατί κάποια ζώα τα αγαπάμε ως κατοικίδια ενώ άλλα τα τρώμε;» αναδεικνύει μια αντίφαση που ζητά επίλυση.

Το εύρος των απαντήσεων κυμαίνεται από τη συμμόρφωση ή την άκριτη αποδοχή («έτσι μάθαμε»), στην απόπειρα κάποιας ερμηνείας εισάγοντας μια νέα διάσταση που διαφοροποιεί τα ζώα «συντροφιά» απ’ τα ζώα «φαγητό», ως την αναγνώριση μιας ενναλακτικής δυνατότητας δράσης («αυτό γνωρίσαμε ως παράδοση, αλλά ίσως είναι καιρός να το αλλάξουμε»).

Λόγω της φύσης της, το «γιατί» είναι η κατεξοχήν εξελικτική ερώτηση. Και με τον τρόπο που απαντάμε δείχνουμε όχι μόνο πως μεγαλώνουμε τα παιδιά μας, αλλά και σε ποιο βαθμό είμαστε ανοικτοί να διαμορφωθούμε απ’ αυτά. Οι υγιείς εταιρείες ενσωματώνουν πλήρως την κουλτούρα του «γιατί» στην καθημερινή τους πρακτική.

Σε εκείνα που συνιστούν συμμόρφωση και αποδοχή χτίζουν τις συμπεριφορές και τις αρχές που είναι κοινές για όλους, φροντίζοντας να μην γίνονται διακρίσεις που διαταράσσουν την πίστη και τη συνοχή της ομάδας. Χειρίζονται τα «γιατί» που επιζητούν σύνθεση ως ευκαιρίες ανάπτυξης των ανθρώπων, αναδεικνύοντας την ευρύτερη σημασία του ρόλου τους στη μεγαλύτερη εικόνα.

Και τέλος έχουν τα μάτια και τα αυτιά ανοιχτά στα «γιατί» που αποτελούν ευκαιρίες αλλαγής του οργανισμού προς ένα καλύτερο παράδειγμα, συνδημιουργώντας τις νέες συνθήκες και παραμερίζοντας τα εμπόδια και τις ιεραρχικές ή όποιες άλλες αγκυλώσεις. Οι υγιείς εταιρείες ξέρουν ότι τα ταλέντα και οι δεξιότητες που απαιτούνται για το μέλλον βρίσκονται στους νέους ανθρώπους.

Ξέρουν ότι αυτοί περισσότερο από κάθε άλλη γενιά κινητοποιούνται από μια αίσθηση σκοπού, παρόλο (ή ίσως επειδή), δεν θα έχουν τη γρήγορη εξέλιξη των υλικών απολαβών που είχαν οι προηγούμενες γενιές. Λειτουργούν ως employer brands αφού η ικανοποίηση των εργαζομένων και η άρτια κουλτούρα έχουν ευεργετικό αντίκτυπο τόσο στην προσέλκυση και διατήρηση των καλύτερων, όσο και στο άμεσο οικονομικό αποτέλεσμα του οργανισμού.

Αυτοί οι οργανισμοί μπορούν να κοιτούν τις κατακλυσμιαίες αλλαγές που επιφυλάσσει το μέλλον στα μάτια, γιατί έχουν φροντίσει να ενσωματώσουν πλήρως τη δυναμική της εξέλιξης στο DNA τους μέσω της καλλιέργειας της κουλτούρας του «γιατί». Γιατί οι μετασχηματισμοί που οι νέοι καιροί επιτάσσουν, δεν είναι πρωταρχικά τεχνολογικοί, είναι μετασχηματισμοί ηγεσίας και σκοπού. Διαφορετικά, κινδυνεύουμε να βάζουμε το κάρο μπροστά απ’ το άλογο.