Την ανάλυση της συνεισφοράς του κλάδου στην οικονομία, αλλά και των επιπτώσεων της υψηλής φορολογίας και του παράνομου εμπορίου αλκοολούχων ποτών στη λειτουργία της αγοράς, στις προοπτικές των επιχειρήσεων του κλάδου και στα δημόσια έσοδα, επιχειρεί η νέα μελέτη του ΙΟΒΕ «Οι προοπτικές του κλάδου αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα».

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της μελέτης, η συνολική συνεισφορά του κλάδου των αλκοολούχων ποτών στην ελληνική οικονομία και την απασχόληση είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς ο κλάδος συνεισφέρει 1,5 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας, ενώ υποστηρίζει περισσότερες από 31.000 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης. Τα τελευταία χρόνια ο κλάδος βρέθηκε αντιμέτωπος με τη συρρίκνωση κατά περίπου 50% της νόμιμης αγοράς και τη διόγκωση του παράνομου εμπορίου, εξαιτίας των αρνητικών εξελίξεων στην οικονομία και των αυξήσεων στους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ) αλκοολούχων ποτών και του ΦΠΑ.

Η απειλή του λαθρεμπορίου
Σύμφωνα με τη μελέτη, η αύξηση των φόρων στα αλκοολούχα ποτά ενισχύει τα κίνητρα για διασυνοριακές αγορές από γειτονικές χώρες, στις οποίες εφαρμόζονται χαμηλότεροι συντελεστές ΕΦΚ και δίνει ώθηση στη διεξαγωγή λαθρεμπορίου και νοθείας, με αρνητικές συνέπειες στην ανθρώπινη υγεία, οδηγώντας τελικά σε μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή. Βάσει συντηρητικών εκτιμήσεων, το λαθρεμπόριο κυμάνθηκε το 2016 περίπου σε 340-680 χιλ. 9λιτρα κιβώτια, δηλαδή περίπου στο 9%-18% της συνολικής αγοράς, με τις απώλειες φορολογικών εσόδων από το παράνομο εμπόριο αλκοολούχων ποτών να υπολογίζονται σε τουλάχιστον 42 εκατ. ευρώ, λόγω μη καταβολής του ΕΦΚ και ΦΠΑ.

Η μελέτη κατέγραψε, επίσης, τις μεγάλες διαστάσεις που έχει λάβει η παραγωγή και εμπορία του προϊόντος απόσταξης διημέρων, πέρα από τα όρια που ορίζονται από το νομικό πλαίσιο των διήμερων παραγωγών. Οι απώλειες φορολογικών εσόδων που προκύπτουν από την χωρίς έλεγχο διακίνηση χύμα αποσταγμάτων υπολογίζονται βάσει συντηρητικών εκτιμήσεων σε περίπου 48 εκατ. ευρώ μόνο για το 2016. Η βελτίωση της αποτελεσματικότητας στην καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου (π.χ. μείωσή του κατά 50%) και η μεταφορά αυτών των ποσοτήτων κατανάλωσης στη νόμιμη αγορά, θα οδηγούσε, σύμφωνα με τη μελέτη,
σε πρόσθετα φορολογικά έσοδα 33,5 εκατ. ευρώ.

Από την Ευρώπη οι νέες προκλήσεις
Το επόμενο διάστημα, ο κλάδος έχει να αντιμετωπίσει δύο προκλήσεις, που θα επηρεάσουν τη μελλοντική του πορεία:
• Η παραπομπή της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, με κίνδυνο να καταργηθεί η εφαρμογή μειωμένου ΕΦΚ που εφαρμόζεται στο εμφιαλωμένο τσίπουρο/τσικουδιά, δύναται να επιβάλει εξαιρετικά δυσμενείς όρους στους εγχώριους αποσταγματοποιούς νόμιμων προϊόντων.
• Σημαντική επίπτωση θα έχει και ενδεχόμενη αλλαγή του ευρωπαϊκού κανονισμού για τα αλκοολούχα ποτά, εφόσον καταργηθεί η υποχρέωση εμφιάλωσης προϊόντων με γεωγραφική ένδειξη εντός της περιοχής της γεωγραφικής ένδειξης, με την αιτιολογία ότι συνιστά περιορισμό του ελεύθερου εμπορίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Προτάσεις για την ανάπτυξη της αγοράς
Όπως επισημαίνει η μελέτη, θετική επίδραση για τον κλάδο θα είχε η σταδιακή σύγκλιση του ΕΦΚ στον ευρωπαϊκό μέσο όρο ή εναλλακτικά η εξασφάλιση της φορολογικής σταθερότητας. Ταυτόχρονα, επιβάλλεται να εφαρμοστούν πρόσθετα μέτρα, διοικητικού ή εποπτικού χαρακτήρα, όπως:
• Εντατικοποίηση των ελέγχων για τον περιορισμό του παράνομου εμπορίου.
• Εξίσωση όρων εμπορίας για τα αποστάγματα που διοχετεύονται στα κανάλια διάθεσης.
• Αποτελεσματική χρήση των ηλεκτρονικών μέσων για τον εντοπισμό της φοροδιαφυγής, και επέκταση των ηλεκτρονικών πληρωμών και της ηλεκτρονικής τιμολόγησης σε όλα τα επίπεδα συναλλαγών.
• Δημιουργία ενιαίας βάσης δεδομένων όλων των αρχών με μητρώο για όσους συλλαμβάνονται για λαθρεμπορία και ηλεκτρονικής πλατφόρμας με στοιχεία ιχνηλασιμότητας.
• Δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου διήμερων αποσταγματοποιών και αμβυκούχων (ιδιοκτητών καζανιών), στη βάση του πληροφοριακού συστήματος των Τελωνείων ICIS-net.
• Έλεγχος του τρόπου συσκευασίας και εμπορίας του προϊόντος των διημέρων.
• Συντονισμός των ελεγκτικών μηχανισμών: Η δημιουργία του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου (ΣΕΚ) για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου προϊόντων με ΕΦΚ συμβάλλει σημαντικά προς αυτήν την κατεύθυνση.

Συμπεράσματα
Η μείωση της φορολόγησης, σε συνδυασμό με τη λήψη διαρθρωτικών μέτρων, εκτιμάται ότι θα έχουν θετικές επιδράσεις στον κλάδο των αλκοολούχων ποτών, με προεκτάσεις και στην οικονομία συνολικά, καθώς αναμένεται να οδηγήσουν σε βελτιώσεις στα εισοδήματα, στα φορολογικά έσοδα και στο βαθμό εισπραξιμότητας των φόρων, σε συρρίκνωση του λαθρεμπορίου, στην καταπολέμηση της παράνομης παραγωγής και διακίνησης του προϊόντος απόσταξης των διημέρων και στη βελτίωση του τουριστικού προϊόντος, ειδικά σε σχέση με ανταγωνιστικές μεσογειακές και βαλκανικές χώρες, όπου ο ΕΦΚ αλκοολούχων ποτών κυμαίνεται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.

Η οικονομική και φορολογική σταθερότητα, καθώς και η ενίσχυση του τουριστικού προϊόντος της χώρας δύναται να επηρεάσουν θετικά την πορεία του κλάδου τα προσεχή χρόνια. Ωστόσο, η πραγματική ώθηση για τον κλάδο των αλκοολούχων ποτών θα δοθεί μέσα από την αποτελεσματική αντιμετώπιση των φαινομένων παραοικονομίας. Αυτό συνιστά πλέον επείγουσα ανάγκη, ειδικά στην περίπτωση που αλλάξουν ριζικά, από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο οι όροι εμπορίας εμφιαλωμένου τσίπουρου και τσικουδιάς, λόγω μεταβολών στη φορολογική τους αντιμετώπιση.