Σήμερα η εφημερίδα δείχνει να πατάει γερά στα πόδια της, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών που οριοθετεί η οικονομική κρίση. Στηριγμένη εξ’ αρχής σε ένα ρεαλιστικό μοντέλο λειτουργίας, χωρίς τραπεζικούς δανεισμούς και μακριά από κομματικές σκοπιμότητες, αποτελεί μια δυναμική φωνή στον ημερήσιο Τύπο, είτε συμφωνεί κάποιος με τις απόψεις της, είτε όχι. Ο μέσος όρος πανελλαδικής κυκλοφορίας του κυριακάτικου φύλλου της εφημερίδας ήταν 21.000 φύλλα το 2013, ενώ η κυκλοφορία του ημερήσιου φύλλου κυμαίνεται μεταξύ 10.000-15.000 φύλλων.

Μάλιστα η «δημοκρατία» κυκλοφορεί καθημερινά και με ειδική έκδοση στη Βόρεια Ελλάδα. Ο Γιάννης Φιλιππάκης, ο άνθρωπος που οραματίστηκε αυτή την εφημερίδα, μιλάει στο Marketing Week για την πορεία της «δημοκρατίας» τα δύσκολα αυτά χρόνια, τα πλεονεκτήματα και τη φιλοσοφία της, ενώ καταθέτει και εξαιρετικά ενδιαφέρουσες απόψεις για το μέλλον του Τύπου, παραδοσιακού και μη. Ειδικά οι τελευταίες, μάλλον θα προκαλέσουν…διαφωνίες.

Μarketing Week: Τρία χρόνια συμπληρώθηκαν κ. Φιλιππάκη από την ημέρα που η εφημερίδα «δημοκρατία» εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα περίπτερα της χώρας. Κανείς δεν πίστευε ότι σε ένα περιβάλλον κατάρρευσης, με τη διαφημιστική δαπάνη σε ελεύθερη πτώση, τις πωλήσεις εφημερίδων το ίδιο, αλλά και με το διαδίκτυο να αυξάνει τη διείσδυσή του, θα μπορούσε να επιβιώσει μια εφημερίδα. Η «δημοκρατία» φαίνεται ότι το κατάφερε. Ποια ήταν τα βασικά δομικά στοιχεία της, τα οποία την βοήθησαν να επιτύχει;
Γιάννης Φιλιππάκης:
Κοιτάξτε, θεωρώ ότι το βασικό στοιχείο επιτυχίας της εφημερίδας μας ήταν και είναι η πίστη και η αφοσίωση στους στόχους μας. Είμαστε «αφιερωμένοι» θα τολμούσα να πω, στην έκδοση της εφημερίδας και μόνο. Δεν έχουμε άλλες ασχολίες, αλλά ούτε και άλλες επιδιώξεις. Στόχος μας είναι να πουλάμε φύλλα και να αυξάνουμε τα έσοδά μας μόνο από την λειτουργία της εφημερίδας και όχι από άλλες πηγές. Ένα άλλο στοιχείο επιτυχίας εξάλλου, θα έλεγα ότι είναι η προσήλωσή μας στην ιδρυτική διακήρυξη που συνόδευσε την έκδοση της «δημοκρατίας». Είναι σπάνιο μια εφημερίδα να τηρεί την υπόσχεση που έδωσε στους αναγνώστες της την πρώτη μέρα κυκλοφορίας.

Τρία χρόνια μετά, οι στόχοι που είχατε θέσει με το λανσάρισμα της εφημερίδας επιτεύχθηκαν; Αισθάνεστε δικαιωμένος για το ρίσκο;
Φυσικά και νιώθω δικαιωμένος. Αν και οι περισσότεροι πίστευαν ότι αυτό θα ήταν το ολέθριο λάθος της εικοσιπεντάχρονης δραστηριοποίησής μου στα ΜΜΕ, αποδείξαμε ότι όταν υπάρχει πίστη, θέληση, υπομονή και επιμονή, μπορούν να επιτευχθούν θαύματα. Όσον αφορά στους στόχους, θα έλεγα ότι είμαστε στο σωστό δρόμο. Βέβαια θα φαινόταν επιπόλαιο να λέγαμε ότι επιτύχαμε όλους τους στόχους που είχαμε θέσει πριν το λανσάρισμα. Το σίγουρο είναι ότι νιώθουμε πλέον πολύ πιο σίγουροι για τα επόμενα βήματά μας.

Σήμερα, ποια είναι η εικόνα της εφημερίδας; Ποιο το στίγμα που θέλει να αφήσει στα ελληνικά εκδοτικά δρώμενα;
Νομίζω ότι η εικόνα της εφημερίδας ταυτίζεται απόλυτα με την πραγματικότητά της. Είμαστε μια εφημερίδα με μοναδικό λόγο έκδοσης το «μότο» που μας συνοδεύει: «Η εφημερίδα που λέει πάντα την αλήθεια». Κάθε μέρα προσπαθούμε να βελτιωνόμαστε και να είμαστε σε συνεχή αναζήτηση των στοιχείων αυτών που θα μας κρατούν ζωντανούς και θα μας βελτιώνουν, ώστε να αυξάνουμε το αγοραστικό μας κοινό. Το στίγμα μας είναι σαφές: Ο ημερήσιος Τύπος ούτε πέθανε, ούτε θα πεθάνει. Θα αποτελεί πάντα τη βάση, τον πυρήνα γύρω από τον οποίο θα κινούνται τα υπόλοιπα μέσα. Θα έχετε παρατηρήσει άλλωστε ότι τόσο η τηλεόραση, όσο και το ραδιόφωνο χρησιμοποιούν ως «πρώτη» ύλη τους τη θεματολογία των εφημερίδων. Το ίδιο συμβαίνει και για το πολυδιαφημισμένο διαδίκτυο. Οι εφημερίδες σίγουρα δεν επιτελούν το έργο που επιτελούσαν κάποιες δεκαετίες πριν. Η λειτουργία τους έχει διαφοροποιηθεί. Αποτελούν όμως την καρδιά της ενημέρωσης. Για σκεφθείτε, πώς θα ήταν τα ηλεκτρονικά μέσα αν δεν υπήρχαν εφημερίδες;

Η «δημοκρατία» αποτέλεσε case study και για τα διεθνή εκδοτικά δρώμενα, αφού μεταξύ άλλων παρουσιάστηκε και στο 64ο Κογκρέσο της Παγκόσμιας Ένωσης Εφημερίδων (WAN), ως υπόδειγμα εφημερίδας που επιβίωσε μέσα στην κρίση. Τι σημαίνουν για σας και για την εφημερίδα τέτοιες διακρίσεις;
Αναμφίβολα είναι ιδιαίτερα τιμητικό για μας. Αποδεικνύει για μια ακόμη φορά, δυστυχώς, πως αντιμετωπίζεται διεθνώς η επαγγελματική προσέγγιση και πως στην Ελλάδα. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός που θυμάμαι ότι στα λίγα συνέδρια και ημερίδες για ΜΜΕ που διεξάγονταν στην Αθήνα, καλούσαν ομιλητές ή παρουσίαζαν εταιρείες που έχουν ήδη εξαφανισθεί από τον χάρτη. Θα τολμούσα να πως ότι και στα ΜΜΕ συνέβη ότι και στην υπόλοιπη νεοελληνική πραγματικότητα: Υπερβολή, νεοπλουτισμός, μια κανονική «φούσκα». Ίσχυσε και εδώ η παροιμία «ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός».


Νομίζω θα συμφωνήσετε μαζί μου ότι η συμπόρευση των εφημερίδων με τα ψηφιακά μέσα (sites, tablets, smartphones κ.α.) είναι πλέον απολύτως απαραίτητη για την ανάπτυξη των πρώτων. Ποιες κινήσεις έχει κάνει η εφημερίδα σας προς αυτή την κατεύθυνση;
Η συμπόρευση είναι, καταρχήν, απαραίτητη. Να διευκρινίσουμε όμως ότι πρόκειται απλώς για κανάλια διανομής, ελάχιστης, εμπορικής επιτυχίας. Δυστυχώς ο βασικός πυλώνας του διαδικτύου, που είναι η δωρεάν πρόσβαση, αποτελεί και την πυρηνική βόμβα που κρύβεται στα θεμέλια του. Και βέβαια εννοώ τις ενημερωτικές ιστοσελίδες. Παρόλα αυτά, η «δημοκρατία», με πολύ συντηρητικά και μελετημένα βήματα έχει βάλει το «πόδι» της σε όλα τα ψηφιακά μέσα.

Tα στοιχεία της τεκμαρτής δαπάνης δείχνουν ότι στο σύνολο των παραδοσιακών μέσων, αυτή αυξάνεται. Βέβαια, οι ζημιές των μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων και γενικότερα των επιχειρήσεων media είναι πολύ μεγάλες και απειλούν ακόμα την επιβίωσή τους. Ποια βλέπετε να είναι η εξέλιξη; Θα υπάρξουν και άλλες απώλειες μέσων ή «φτάσαμε στον πάτο»;
Σίγουρα δεν έχουμε φτάσει στον πάτο. Το δυστύχημα είναι ότι οι θεωρούμενοι «μεγάλοι» της αγοράς μας είναι βαριά άρρωστοι. Το χειρότερο είναι ότι προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις βαριές ασθένειές τους με «παυσίπονα», ενώ χρειάζονται ισχυρές ακτινοβολίες. Το πρόβλημα είναι ότι οι ασθένειες αυτές είναι μεταδοτικές. Και αν δεν αντιμετωπισθούν γρήγορα, αντί να έχουμε εξυγίανση, θα παρουσιασθεί το φαινόμενο της επιδημίας.

Αν μπορούσε να προκύψει κάποιο «κέρδος» από την οικονομική κρίση, ίσως αυτό να ήταν η λειτουργία της αγοράς σε νέες βάσεις, πιο υγιείς, και χωρίς τις παραδοξολογίες που στοίχισαν τόσο πολύ (αμοιβές κάτω από το τραπέζι, επιστροφές, υψηλός τραπεζικός δανεισμός κ.α.). Πιστεύετε ότι θα μπορούσε η κρίση να αποτελέσει την αφορμή να συμβεί αυτό; Ποιες είναι οι ενδείξεις που έχετε;
Εδώ έχετε θέσει το καίριο ερώτημα! Υπάρχει υγιής ανταγωνισμός; Η απάντηση είναι ένα τεράστιο ΟΧΙ! Όταν «κρέμεσαι» στο περίπτερο – αναφέρομαι στα έντυπα ΜΜΕ, στα οποία δραστηριοποιούμαστε, αλλά ισχύει για όλους τους κλάδους ΜΜΕ –, με ανταγωνιστές/συναγωνιστές οι οποίοι δεν πληρώνουν μισθοδοσίες, χρωστούν φόρους και ασφαλιστικά ταμεία, έχουν δανεισθεί στο παρελθόν υπερβολικά και πάντα αντιβαίνοντας κάθε κανόνα, τότε πώς να μιλήσουμε για «υγιή ανταγωνισμό»; Θα προχωρήσω κι ένα βήμα πιο πέρα.

Στα ΜΜΕ σήμερα υπάρχει ο ορισμός του μονοπωλίου. Όταν εκδοτικές εταιρείες, παράλληλα ελέγχουν την παραγωγή, την διανομή, αλλά και την προβολή, τότε δεν μπορούμε να μιλάμε όχι για «υγιή», αλλά ούτε καν για ανταγωνισμό. Και βέβαια οι κυβερνήτες μας, αφήνουν όπως κάνουν πάντα τα προβλήματα να λυθούν από μόνα τους. Δεν είμαι βέβαιος ότι η κρίση θα αποτελέσει την αφορμή για την τοποθέτηση κανόνων στην αγορά μας. Είμαι βέβαιος όμως ότι η κρίση θα οδηγήσει, μάλλον βίαια κι εδώ όπως σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, σε μια ριζική αλλαγή του τοπίου.

Πριν δύο περίπου μήνες ανακοινώθηκε ότι το Newsweek επιστρέφει στην έντυπη έκδοσή του, έστω και σε αισθητά μικρότερο τιράζ. Από την άλλη, το λανσάρισμα νέων εφημερίδων στην ελληνική αγορά δεν λείπει τα τελευταία χρόνια, πολλά από τα οποία είναι και επιτυχημένα, όπως π.χ. αυτό της Εφημερίδας των Συντακτών. Τελικά, υπάρχει μέλλον για τις εφημερίδες; Υπό ποιες προϋποθέσεις;
Όπως σας είπα και προηγουμένως, δυστυχώς το ενημερωτικό -το τονίζω, το ενημερωτικό- διαδίκτυο, αν δεν λύσει το πρόβλημα της χρηματοδότησής του – και δεν μιλώ για δανεισμούς κ.λπ., αλλά για πραγματικά έσοδα από τους χρήστες των υπηρεσιών -, θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει προβλήματα. Έχετε παρατηρήσει άλλωστε ότι σε όλο τον κόσμο επιβιώνουν οι ιστότοποι που αποτελούν εναλλακτικό κανάλι διανομής περιεχομένου ισχυρών έντυπων μέσων. Θα ήθελα καταρχήν να διευκρινίσουμε την έννοια της επιτυχημένης έκδοσης. Και η έννοια αυτή μπορεί να έχει μόνο μια εξήγηση: οικονομική υγεία. Οικονομική υγεία είναι η αυτόνομη και χωρίς δημιουργία χρεών λειτουργία ενός μέσου.

Θα έλεγα, επιπροσθέτως, ότι οικονομική υγεία αποτελεί η δυνατότητα όλων των συντελεστών της έκδοσης να αμείβονται, σωστά και έγκαιρα, από τα έσοδα – τα νόμιμα εννοώ – της έκδοσης αυτής. Άρα, απαντώντας στο ερώτημά σας, πράγματι έχει παρατηρηθεί μια τάση εκδόσεως νέων εφημερίδων. Θα έλεγα χωρίς να φανώ υπερφίαλος, ότι η τάση αυτή παρουσιάστηκε μετά την πρωτοφανή επιτυχία της «δημοκρατίας». Τώρα αν οι εκδόσεις αυτές χαρακτηρίζονται από την «οικονομική υγεία» που προανέφερα, σίγουρα δεν είμαι εγώ που μπορώ να το ξέρω. Πάντως, πραγματικά είναι ενθαρρυντικό ότι υπάρχουν και άλλοι που ακολουθούν τα βήματά μας και αυτό δημιουργεί μια νέα τάση στον χώρο των ΜΜΕ. Φτάνει όμως, να μην μας «καταπλακώσουν» οι λεγόμενοι ισχυροί κατά την πτώση τους, όποτε και αν αυτό συμβεί.