Οι επενδυτές αναφέρονται σε αυτές τις μετοχές με τον όρο «Consumer staples» ή «non cyclicals».

Πρόκειται για μετοχές εταιρειών που αφορούν σε βασικά προϊόντα, όπως τα τρόφιμα, τα ποτά, ο καπνός και διάφορα είδη οικιακής χρήσης, για τα οποία οι καταναλωτές  δεν είναι πρόθυμοι  να μειώσουν την κατανάλωσή τους ακόμα και στις αρνητικές φάσεις του οικονομικού κύκλου που η οικονομική τους κατάσταση χειροτερεύει. Χαρακτηριστικά παραδείγματα «consumer staples» είναι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις στο χώρο των FMCGs, όπως η P&G, η Unlever, η Nestle ή η Gillette, και αντίστοιχα γνωστές μεγάλες ελληνικές εταιρείες τροφίμων και ποτών. Δεν είναι τυχαία η σταθερή πορεία και απόδοση των περισσότερων τέτοιων επιχειρήσεων μέσα στο χρόνο. Όμως την τελευταία δεκαετία αυτή η «σταθερότητα» φαίνεται να απειλείται.

Οι επιχειρήσεις αυτές είχαν μάθει να βασίζουν την επιτυχία τους στο κλασσικό μοντέλο ισχυρού, μαζικού μάρκετινγκ, σε μεγάλες ομάδες πωλήσεων και μονάδες παραγωγής, με προϊόντα υψηλής ποιότητας, κυρίαρχη παρουσία στην αγορά και οικονομίες κλίμακας. Και ξαφνικά ξεφυτρώνουν παντού νέες μικρές επιχειρήσεις που ενώ δεν έχουν τίποτα από αυτά πετυχαίνουν να κλέψουν αξιόλογα μερίδια αγοράς: «Φάρμες» και «κτήματα», «αποστακτήρια» και «μικροζυθοποιία», «οικοτεχνίες» και «εργαστήρια», αποκτούν πρόσβαση στον καταναλωτή μέσα από το διαδίκτυο και την εξειδικευμένη λιανική (και γρήγορα και μέσα από τη μεγάλη λιανική) προσφέροντας διέξοδο στην αναζήτησή του για προϊόντα διαφορετικά, λιγότερο βαρετά, πιο φυσικά ή υγιεινά, συγκεκριμένης καταγωγής, κ.ά.

Συχνά, το ενδιαφέρον του καταναλωτή είναι τόσο μεγάλο, που παραβλέπει τις ακριβότερες τιμές των «little guys», ενώ μπορεί να παραβλέψει ακόμα και μια πιθανή ποιοτική υστέρηση. Η απάντηση των μεγάλων επιχειρήσεων δεν αργεί: Τον τελευταίο καιρό βλέπουμε να αλλάζουν την στρατηγική τους, εξερευνώντας niche segments, εξαγοράζοντας little guys ή δημιουργώντας νέα παρόμοια brands, αναβιώνοντας παλιές μάρκες, φτιάχνοντας εξειδικευμένες ομάδες και δίκτυα πωλήσεων, αλλάζοντας τον τρόπο προσέγγισης του καταναλωτή και ανακαλύπτοντας νέους τρόπους προβολής.

Τα παραδείγματα και στη χώρα μας είναι ήδη πολλά και αναμένεται ότι όσοι ασχολούμαστε με το μάρκετινγκ θα παρακολουθήσουμε το επόμενο διάστημα πολλά και  ενδιαφέροντα να εκτυλίσσεται στην ελληνική αγορά. Είναι ενδιαφέρον ότι κάποια από τα πιο επιτυχημένα «little guys» διεθνώς είναι αποτέλεσμα δουλειάς ανθρώπων που προηγουμένως είχαν εργαστεί ως στελέχη σε αντίστοιχες μεγάλες εταιρείες. Το βλέπουμε και στην Ελλάδα: στη Milk έχουμε συναντήσει ήδη τρία τέτοια επιτυχημένα παραδείγματα – Septem, Mastiqua και Grace Gin.